τσαμπούνα
Η τσαμπούνα ή σαμπούνα ή ασκοτσάμπουνο είναι ένα λαϊκό μουσικό όργανο που ανήκει στην κατηγορία των πνευστών. Η ιδιαίτερη διάδοσή της στα νησιά του Αιγαίου Πελάγους και λιγότερο στα Ιόνια συνδέεται με τον ποιμενικό της χαρακτήρα. Στην Κρήτη ονομάζεται ασκομαντούρα λόγω του τρόπου κατασκευής της. Η τσαμπούνα αποτελείται από τρία βασικά μέρη: ένα ασκί, το επιστόμιο και ένα σύστημα καλαμένιων αυλών. Ο ασκός είναι φτιαγμένος από το δέρμα ενός κατσικιού. Στον ασκό προσδένονται δύο καλαμένιοι αυλοί και στην άκρη του ενός τοποθετείται το επιστόμιο. Στον έναν αυλό, ο οποίος έχει τρεις έως πέντε τρύπες, παίζεται η μελωδία ενώ ο άλλος, που έχει δύο έως τρεις τρύπες χρησιμεύει για το ισοκράτημα, δηλαδή την ισορροπία στη μελωδία. Ο ήχος παράγεται φυσώντας από το επιστόμιο, διοχετεύοντας στον ασκό τον αέρα και τοποθετώντας κατάλληλα τα δάκτυλα στους αυλούς. Μια παραλλαγή της τσαμπούνας, η γκάιντα, η οποία έχει και πιο μεγάλους αυλούς, συναντάται στη Βόρεια Ελλάδα και στα Βαλκάνια.
πηγη www.ert.gr/menoumellada Τσαμπούνα
Η τσαμπούνα είναι ένα πνευστό κατασκεύασμα, φτιαγμένο από ολόκληρο το δέρμα ενός κατσικιού. Από την μία άκρη το φουσκώνουν και καθώς φυσούν από εκεί , παίζουν με τα δάκτυλα τη φλογέρα στην οποία καταλήγει.
Ακούγονται ήχοι με χορευτικούς ρυθμούςΣυνήθως ο οργανοπαίχτης είναι ένας βοσκός, ο οποίος είναι και ο κατασκευαστής της. Στα καλοκαιρινά πανηγύρια, όταν λείπουν οι σφουγγαράδες που γοητεύουν περισσότερο τα κορίτσια, το λόγο έχουν τα «Βοσκαρούδια» .Χαρακτηριστικός είναι ο παρακάτω διάλογος ( που τραγουδιέται συνοδεία «τσαμπούνας»μεταξύ βοσκού και κοπέλας και η προσπάθεια του να την προσελκύσει ενώ εκείνη προτιμά τους σφουγγαράδες .
Χριστέ μου κι ας ημπρόβαλε ένα βοσκαρουάκι Με το μαντήλι στο λαιμό και με τ' αγκιναράκι . Ήντα τον κάμω τον βοσκό να βόσκω να σφυρίζω μ’ εγώ θα πάρω σφουγγαρά να τον καλημερίζω.
ΣΕ ΗΧΟ ΕΛΕΥΘΕΡΟ, ΑΥΤΟΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ. . . ΣΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ
ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΓΡΙΛΛΗΣ, ΤΣΑΜΠΟΥΝΑ