Φλογέρες Ελληνικές


 Η Φλογέρα είναι πνευστό και κατεξοχήν ποιμενικό μουσικό όργανο, το σχήμα της είναι κυλινδρικό, μακρόστενο, ανοικτό και στα δύο του άκρα, στο ένα άκρο φέρει επιστόμιο που παράγει τις κύριες δονήσεις του ήχου και κατά μήκος του κυλίνδρου φέρει ευθυγραμμισμένες τρύπες, σε σχετικές αποστάσεις μεταξύ τους, τις οποίες κλείνει και ανοίγει με τα δάχτυλά του ο οργανοπαίκτης καθώς παίζει.
Είναι παραδοσιακό μουσικό όργανο με ποικίλες ονομασίες κατά περιοχή, διακοσμημένο ή όχι, φτιάχνεται σε διάφορα μεγέθη και υλικά: καλάμι, ξύλο, σίδερο ή μπρούντζο, κόκαλο φτερούγας αετού αλλά και πιο σύγχρονα υλικά πλέον, όπως πλαστικό. Έχει διάφορα μεγέθη και απαντάται με μήκος από 15 ως και 50 περίπου εκατοστά. Ανάλογα με το μήκος και τις τρύπες, οι φλογέρες διακρίνονται σε κοντές (έως 50 εκ.) και μακριές (έως 85 εκ. – τζαμάρες στην Ήπειρο και καβάλια στη Θράκη).Παίζεται κυρίως στη στεριανή Ελλάδα.

Θαλασσάκι με Τσαμπούνα !!!



Τσαμπούνα ή Γκάιντα ανήκει στην κατηγορία των Πνευστών ή Αερόφωνων μουσικών οργάνων.
Ο ασκός της κατασκευάζεται από δέρμα κατσικιού. Διαφέρει από την γκάϊντα διότι οι αυλοί της τσαμπούνας είναι μικρότεροι. Όπως και η γκάϊντα έχει ήχο δυνατό και οξύ (Διονυσιακό). Κατάλληλη για ανοιχτούς χώρους στα πανηγύρια, γάμους και γιορτές και το συναντάμε κυρίως στο Αιγαίο πέλαγος.
Ο άσκαυλος έρχεται στην Ελλάδα από την Ασία τον 1ο με 2ο αι. μ.Χ. και τον συναντάμε σε δύο τύπους: την τσαμπούνα (στα νησιά) και την γκάιντα (στη Μακεδονία και Θράκη). Κατασκευαστής είναι ο ίδιος ο τσαμπουνιάρης ή γκαϊντατζής, που χρησιμοποιεί για το ασκί δέρμα κατσίκας ή ερίφιου ειδικά κατεργασμένο και για το επιστόμιο καλάμι, ξύλο ή κόκκαλο. Οι δυο τύποι διαφέρουν κυρίως στη συσκευή για την παραγωγή του ήχου.
Στην τσαμπούνα σε μια ξύλινη αυλακωτή βάση προσαρμόζονται με κερί δυο καλαμένιοι αυλοί με μονό γλωσσίδι. Στον έναν ο μουσικός παίζει τη μελωδία και με τον άλλο κρατά το ίσο. Παίζεται μόνη της και μαζί με τουμπί ή λύρα.
Στην γκάιντα οι δυο ξύλινοι αυλοί είναι ανεξάρτητοι. Ο ένας, για τη μελωδία, έχει 7 τρύπες, ενώ ο δεύτερος (μπουρί ή μπάσο), μακρύς και σε τρία κομμάτια,»ταιριάζεται» με την τονική της μελωδίας και είναι ο ισοκράτης. Παίζεται μόνη της και μαζί με τουμπελέκι ή νταούλι ή νταχαρέ.